Alberto Pancorbo |
Η θάλασσα στάζει από πάνω μου στην άμμο.
Στην άμμο αφυδατώνομαι γρήγορα
ζαρώνω εξήντα χρόνια.
Μια πασχαλίτσα κάθεται στο χέρι μου πάνω.
Θαυμάζω το κόκκινο,
τα στίγματά της μετρώ ως το εφτά,
δέκα χρονών.
Στην άμμο αφυδατώνομαι γρήγορα
ζαρώνω εξήντα χρόνια.
Μια πασχαλίτσα κάθεται στο χέρι μου πάνω.
Θαυμάζω το κόκκινο,
τα στίγματά της μετρώ ως το εφτά,
δέκα χρονών.
Απομακρύνεται και δεν μπορώ να τη
δω.
Απομακρύνεται εβδομήντα χρόνια.
Γηροκομώ τ' άκοπα γένια μου,
τ' άκοπα νύχια μου στρέφονται
κατά του εαυτού μου.
κατά του εαυτού μου.
Η πασχαλίτσα παραπαίει στο τζάμι μου.